- γαλιόνι
- Μεγάλο ιστιοφόρο πλοίο, κυρίως μεταφορικό ή μεταγωγικό, που ήταν σε χρήση κατά τον 16o και 17o αι. Το γ., που υπήρξε ο άμεσος πρόδρομος του πλοίου γραμμής, προήλθε από τα στρογγυλά μεσαιωνικά πλοία, που κι αυτά είχαν προέλθει από τα μεγάλα ρωμαϊκά φορτηγά σκάφη. Μεγαλύτερο από τη γαλεάσα, με μεγάλο ύψος εξάλων, δύο ή και τρεις γέφυρες, πύργο και επικατάστρωμα πολύ ανεπτυγμένα, το γ. είχε τρία ή τέσσερα κατάρτια και πρόβολο, με τετράγωνα πανιά στην πλώρη και τριγωνικά (λατίνια) στην πρύμη, και έφερε εξοπλισμό 50-70 πυροβόλων.
Το γ. το χρησιμοποιούσαν κυρίως στον Ατλαντικό, ιδιαίτερα οι Ισπανοί, για τις μεταφορές χρυσού και πολύτιμων εμπορευμάτων μεταξύ μητρόπολης και αμερικανικών αποικιών. Εξαιτίας αυτών των φορτίων τους, τα κυνηγούσαν προπάντων οι πειρατές, γι’ αυτό, εκτός από το ότι ήταν ισχυρά εξοπλισμένα, τα γ. ταξίδευαν πολλές φορές σε νηοπομπές που προστατεύονταν από ισχυρή συνοδεία.
Ισπανικό γαλιόνι του 17ου αι. που δέχεται την επίθεση ολλανδικού πλοίου. Το γαλιόνι, μεγάλο ιστιοφόρο πλοίο, άμεσος πρόγονος των πλοίων γραμμής, χρησιμοποιήθηκε κυρίως από τους Ισπανούς για μεταφορές εμπορευμάτων μεταξύ της Ευρώπης και των αποικιών τους στην αμερικανική ήπειρο.
* * *το και γιαλιόνιν και γαλούνιείδος φορτηγού ή πολεμικού πλοίου.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. galeone, μεγεθυντικό τού ιταλ. galea «γαλέρα»].
Dictionary of Greek. 2013.